περιαρθρίτιδα

περιαρθρίτιδα
η
ιατρ. περιαρθρικός ρευματισμός που προσβάλλει τα τενόντια και μυϊκά στοιχεία καθώς και τους ορογόνους θυλάκους που περιβάλλουν μια άρθρωση, τής οποίας, κατά γενικό κανόνα, δεν θίγει τα οστά και τις επιφάνειες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. periarthritis < περι-* + αρθρίτις, -ίτιδα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ωμός — Μέρος του σώματος που ενώνει το επάνω άκρο με τον κορμό· η κλείδα, η ωμοπλάτη και η ωμοβραχιόνια άρθρωση αποτελούν τον σκελετό ο οποίος καλύπτεται από τις μυϊκές μάζες που κατευθύνονται προς τον λαιμό, το στήθος, τη ράχη και τον βραχίονα. Η… …   Dictionary of Greek

  • ώμος — Μέρος του σώματος που ενώνει το επάνω άκρο με τον κορμό· η κλείδα, η ωμοπλάτη και η ωμοβραχιόνια άρθρωση αποτελούν τον σκελετό ο οποίος καλύπτεται από τις μυϊκές μάζες που κατευθύνονται προς τον λαιμό, το στήθος, τη ράχη και τον βραχίονα. Η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”